Είναι ουσιώδες για το κάθε άτομο να μπορεί να έχει τον έλεγχο του σώματός του και να παίρνει ενημερωμένες αποφάσεις αναφορικά με τη σεξουαλική και αναπαραγωγική του υγεία και ζωή, όπως για παράδειγμα αν και πόσα παιδιά θα κάνει. Κάθε γυναίκα, ή άτομο όποιου φύλου που ενδεχομένως μπορεί να μείνει έγκυο (όπως τρανς άντρες και άτομα εκτός διπόλου του φύλου, άφυλα άτομα κ.λπ.), θα πρέπει να έχει δικαίωμα επιλογής και πρόσβασης σε υπηρεσίες έκτρωσης, ανεξάρτητα από τους λόγους για τους οποίους το άτομο επιθυμεί να διακόψει μια εγκυμοσύνη. Αυτό το δικαίωμα ελέγχου επί του σώματος είναι πάρα πολύ σημαντικό στους αγώνες για απελευθέρωση και κοινωνική δικαιοσύνη, μιας και κανένα άτομο δεν πρέπει να αντιμετωπίζεται μονάχα ως μια αναπαραγωγική μηχανή που κάνει παιδιά. Αφορμή για αυτό το κείμενο αποτελεί η πρόσφατη σύλληψη και πενθήμερη κράτηση εγκύου, η οποία τελικά αφέθηκε ελεύθερη μετά την ολοκλήρωση των εξετάσεων της Αστυνομίας, αλλά και του γιατρού της, για έκτρωση -ποινικό αδίκημα σύμφωνα με την κυπριακή νομοθεσία-, μετά από καταγγελία του συντρόφου της που δεν γνώριζε για το συμβάν.
Η τρέχουσα κυπριακή νομοθεσία, που θεσπίστηκε το 1974, απαγορεύει τη διαδικασία «ιατρικού τερματισμού της εγκυμοσύνης», περιλαμβάνοντάς την μέσα στα «Ποινικά αδικήματα εναντίον των ηθών» του Ποινικού Κώδικα, εκτός αν συντρέχουν οι παρακάτω προϋποθέσεις: σε περιπτώσεις βιασμού και αιμομιξίας, ή/και αν είναι σε κίνδυνο η υγεία της ή του εμβρύου ή όταν η συνέχιση της κύησης ενέχει κίνδυνο να οδηγήσει στη γέννηση παιδιού που θα πάσχει από τέτοιες φυσικές ή ψυχικές ανωμαλίες, οι οποίες θα το καθιστούν σοβαρά ανάπηρο, και μετά από σύμφωνη γνώμη δύο γιατρών. Η Εκκλησία είχε δώσει τη συγκατάθεσή της τότε για τη θέσπιση της συγκεκριμένης νομοθεσίας,αποδεχόμενη ότι με κάποιον τρόπο θα έπρεπε να μπορούσαν οι ελληνοκύπριες που είχαν βιαστεί από τούρκους στρατιώτες να προχωρήσουν σε έκτρωση. Έτσι, η παρούσα νομοθεσια δεν αναγνωρίζει το δικαίωμα του οποιουδήποτε ατόμου να προχωρεί στον ιατρικό τερματισμό της εγκυμοσύνης, αν αυτή αφορά άλλους από τους πιο πάνω λόγους.
Τον Φεβρουάριο του 2015 είχε κατατεθεί πρόταση νόμου από τα 4 μεγάλα πολιτικά κόμματα για εκσυγχρονισμό της νομοθεσίας και αποποινικοποίηση των εκτρώσεων. Πρόταση που από τότε δεν προχώρησε σε περαιτέρω συζήτηση και για ψήφιση στη Βουλή. Σε μια κοινωνία, όπως την κυπριακή, όπου η πατριαρχία, ο σεξισμός, η ηθικολογία και η εξουσία της εκκλησίας επί του κράτους και όλων σχεδόν των εκφάνσεων της ζωής μας κυριαρχούν σε καθημερινή βάση, ζητήματα που άπτονται των θεμελιωδών ανθρωπίνων δικαιωμάτων και της αυτοδιάθεσης ενός ατόμου πάνω στο σώμα του δεν αφήνονται να προοδεύσουν ούτε σε νομοθετικό ούτε σε κοινωνικό επίπεδο. Μόλις τον περασμένο χρόνο, τον Σεπτέμβριο του 2016, οργανώθηκε το Επιστημονικό Συνέδριο «Εκτρώσεις: ιατρικές, κοινωνικές νομικές, πνευματικές διαστάσεις» με διοργανωτές την Ιερά Αρχιεπισκοπή, την Εθνική Επιτροπή Βιοηθικής Κύπρου και τον Παγκύπριο Ιατρικό Σύλλογο, όπου εκφράστηκαν και υπογράφηκαν σε μνημόνιο συνεργασίας θέσεις ενάντια στην έκτρωση υπό οποιαδήποτε αιτιολόγηση. Αυτή η συμμαχία δεν μας εκπλήσσει, αφού λογικό είναι η απελευθερωτική δυναμική ενός ατόμου που βάζει προτεραιότητα το σώμα του, συνήθως κόντρα στους πατριαρχικούς ρόλους που τ@ έχουν ανατεθεί, να φαντάζει απειλητική προς την κρατική, εκκλησιαστική και ιατρική/επιστημονική εξουσία. Εμείς αντιλαμβανόμαστε την απόφαση για έκτρωση ως ζήτημα αυτοδιάθεσης του σώματος του κάθε ατόμου και θεωρούμε απαράδεχτη την ποινικοποίηση και σύλληψη τόσο τ@ εγκύου, όσο και τ@ γιατρού που βοήθησε να τερματιστεί η κύηση με ασφάλεια.
Το δικαίωμα στην έκτρωση είναι μόνο μία πτυχή των αγώνων για ασφαλή πρόσβαση σε υπηρεσίες σεξουαλικής και αναπαραγωγικής υγείας για ολ@ς, οι οποίες θα πρέπει να περιλαμβάνουν και παροχή συμβουλευτικής στήριξης πριν και μετά τη διαδικασία τερματισμού, σε περίπτωση που το άτομο το έχει ανάγκη. Η έλλειψη πρόσβασης σε υπηρεσίες τερματισμού κύησης καταπιέζουν την ελευθερία του ατόμου να αποφασίσει μόνο του για το σώμα του και ανοίγει δρόμους για επικίνδυνες μεθόδους αποβολής. Ας μην ξεχνάμε ότι η υπάρχουσα διέξοδος σε ιδιώτες γιατρούς έχει οικονομικό κόστος που λειτουργεί ως αποτρεπτικός παράγοντας σε περιπτώσεις ατόμων με χαμηλό εισόδημα, μετανάστ@ς, έφηβες, κ.λπ. Όσο το κράτος μονοπωλεί την εξουσία, χρησιμοποιώντας την για να ορίσει ποιες ιατρικές διαδικασίες παρέχονται στην επικράτειά του, οφείλει να προχωρήσει άμεσα σε συζήτηση και εκσυγχρονισμό της νομοθεσίας, αποποινικοποιώντας τις εκτρώσεις, χωρίς να απαιτεί αιτιολόγηση της πράξης, ούτε ιατρική γνωμοδότηση. Να διασφαλίσει ότι όλα τα άτομα που χρειάζονται αυτές τις υπηρεσίες θα έχουν δωρεάν ασφαλή πρόσβαση στις απαραίτητες διαδικασίες, ανεξαρτήτως φύλου και ταυτότητας φύλου. Στους αγώνες μας για κοινωνική δικαιοσύνη, είναι αναφαίρετο δικαίωμα κάθε ατόμου να αποφασίζει για το σώμα του, χωρίς καμιά εξουσία να παρεμβαίνει σε αυτό και χωρίς να κινδυνεύει η υγεία του, η ζωή του ή η ελευθερία του. Τα σώματά μας, μάς ανήκουν,και δεν αποτελούν αναπαραγωγικές μηχανές κανενός συστήματος.
Συσπείρωση Ατάκτων
Οκτώβριος 2017